Από όποια οπτική κι αν προσπαθήσει κανείς να κοιτάξει την ΕΥΠ και τα όσα έρχονται στο φως για τη δράση της το τελευταίο διάστημα, στο τέλος θα καταλήξει στον… γιατρό. Ή για να τον αποφύγει, θα πρέπει να προχωρήσει σε κάποιες παραδοχές, οι οποίες δεν θα αρέσουν καθόλου στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Το… κατασκοπικό θρίλερ που αποκαλύφθηκε τις τελευταίες ώρες, παράμετροι του οποίου εξακολουθούν και αποκαλύπτονται, παραπέμπει σε ταινία του Χόλυγουντ. Δυο άνδρες από το Πακιστάν ιρανικής καταγωγής λένε κάποιοι (τώρα το πως συνδέονται Πακιστανοί και Ιρανοί μόνο αυτοί το ξέρουν) φέρονται ως μέλη τρομοκρατικής οργάνωσης και σχεδίαζαν αιματηρή επίθεση σε χώρο στον οποίο συχνάζουν Ισραηλινοί (φέρεται ως «προκάλυμμα» συναγωγής) στο κέντρο της Αθήνας. Όμως «μετά από συντονισμένες ενέργειες της Ελληνικής Αστυνομίας και της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.) εξαρθρώθηκε δίκτυο τρομοκρατών που με καθοδήγηση από το εξωτερικό, μεθόδευε πλήγματα κατά προσεκτικά επιλεγμένων στόχων στην ελληνική επικράτεια», όπως σημειώνει η ανακοίνωση, αυτή τη φορά της ΕΛ.ΑΣ. Για την επιτυχία της επιχείρησης οι ελληνικές Αρχές δέχθηκαν συγχαρητήρια από το Ισραήλ, τον Πρωθυπουργό του Μπ. Νετανιάχου, τον Υπουργό Εξωτερικών Ε. Κοέν, την Μυστική του Υπηρεσία Μοσάντ κλπ. Εξαιρετικά, λοιπόν, μπράβο στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών!
Πάμε τώρα και στο ρεπορτάζ, σε αυτά που επισημαίνουν οι επαΐοντες, πέραν των διαρροών που διοχετεύθηκαν κεντρικά, ως συνέχεια της πρόσφατης ανακοίνωσης (!) της ΕΥΠ μέσω ΑΠΕ για την αποκάλυψη της Ρωσίδας «υπερκατασκόπου Μαρίας Τσάλλα» με το κατάστημα πλεκτών, αλλά και σε κάποιες συνδυαστικές σκέψεις.
Μέσα σε λίγες ημέρες η «υπόλογος» ΕΥΠ για την υπόθεση των υποκλοπών-παρακολουθήσεων πολιτικών, δημοσιογράφων, επιχειρηματιών, στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και πολιτών, πρωταγωνιστεί σε δυο «επιτυχίες» «ξεσκεπάζοντας» πράκτορες και εν δυνάμει τρομοκράτες, υπηκόους τρίτων χωρών.
Και στις δυο περιπτώσεις, ο χαρακτηρισμός «επιτυχία» σηκώνει πολλή συζήτηση, από τη στιγμή που στην πρώτη περίπτωση ο «στόχος» είχε διαφύγει από τη χώρα πολύ νωρίτερα από την αποκάλυψη του, ενώ στη δεύτερη υπάρχουν ενδείξεις για το τρομοκρατικό χτύπημα, όμως το αποδεικτικό υλικό περιορίζεται -απ’ ότι τουλάχιστον διαρρέουν οι ελληνικές Αρχές- σε κινητά, εφαρμογές επικοινωνίας με τον «εγκέφαλο» στο Ιράν, σχέδια του χώρου όπου θα γινόταν η επίθεση, λείπουν όμως τα «όπλα» του χτυπήματος, είτε πρόκειται για χημικές ουσίες, είτε για εκρηκτικά, είτε για όπλα καλάσνικοφ. Κι εκεί ανακύπτει το ζήτημα κατά πόσο «δεμένη» είναι η υπόθεση και η δικογραφία που σχηματίστηκε.