Οι πολιτικές ηγεσίες των κυβερνήσεων, αποκλειστικά υπεύθυνες για τις ευαίσθητες υπηρεσίες, τους οργανισμούς και του τομείς που αφορούν την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής και τα εθνικά συμφέροντα, βρίσκονται μπροστά σε τραγωδίες που η μία διαδέχεται την άλλη, δεδομένου ότι, λόγω ανεπάρκειας, αδιαφορίας και ιδιοτελών συμφερόντων, δεν λαμβάνουν διορθωτικά και προληπτικά μέτρα, χάρη στη μόνιμη πολιτική αμνηστία των ευθυνών τους.
Αυτό ισχύει και για την ασφάλεια των πτήσεων και ειδικότερα για τα αεροδρόμια Ανδραβίδας, Αράξου, Ζακύνθου, Κεφαλληνίας και Σούδας, στα οποία, σύμφωνα με τον όγκο διαθέσιμων στοιχείων, προκύπτει ότι λόγω αδιαφορίας όλων των κυβερνήσεων από το 1998 η ασφάλεια των πτήσεων και επιβατών είναι στο κόκκινο και από τύχη δεν έχουν υπάρξει ανθρώπινα θύματα.
Σε πολλά στρατιωτικά αεροδρόμια, στα οποία φιλοξενείται η ΥΠΑ (κοινής χρήσης), οι στρατιωτικοί ελεγκτές παρέχουν υπηρεσίες προσέγγισης και αναχώρησης σε χιλιάδες πολιτικά αεροσκάφη. Δύο από αυτά είναι τα στρατιωτικά αεροδρόμια της Ανδραβίδας και της Σούδας.
Το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ανδραβίδας -το τμήμα προσέγγισης και οι στρατιωτικοί ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας- παρέχει υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας στα πολιτικά αεροσκάφη των Α/Δ Ζακύνθου, Κεφαλληνίας και Αράξου, καθώς επίσης και στα στρατιωτικά αεροσκάφη Ανδραβίδας, Αράξου και Καλαμάτας.
Η παροχή υπηρεσιών προσέγγισης και αναχώρησης των πολιτικών αεροσκαφών προς και από τα Α/Δ Ζακύνθου, Κεφαλληνίας και Αράξου γίνεται χωρίς ραντάρ προσέγγισης και από το 2000, όταν αυξήθηκε η εναέρια κυκλοφορία, υπάρχει κορεσμός της περιοχής προσέγγισης, με αποτέλεσμα να τίθεται σοβαρό θέμα ασφάλειας πτήσεων επιβατών, δεδομένου ότι σήμερα η προσέγγιση Ανδραβίδας παρέχει υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας σε πάνω από 5.000 πολιτικά αεροσκάφη προς και από τα Α/Δ Ζακύνθου Κεφαλληνίας και Αράξου, χώρια τα στρατιωτικά αεροσκάφη.
Επιπροσθέτως, στην περιοχή προσέγγισης της Ανδραβίδας έχουν καθοριστεί οι περιοχές Α, Β και Γ στις οποίες εκπαιδεύονται οι χειριστές των πολεμικών αεροσκαφών από τα 5.000 έως τα 25.000. Επισημαίνεται ότι το ίχνος προσέγγισης – αναχώρησης τω πολιτικών αεροσκαφών στα Α/Δ Ζακύνθου και Κεφαλληνίας διέρχεται οριακά από τα εξωτερικά όρια της περιοχής Α, ενώ υπάρχει ακόμα στην περιοχή αυτή το επίγειο και πλωτό πεδίο Βολής Παλαιοχωρίου, με αποτέλεσμα ο πλήρης κορεσμός της περιοχής να θέτει στο κόκκινο την ασφάλεια των πτήσεων.
Από το 2000 μέχρι σήμερα το ΓΕΑ με έγγραφα προς την ΥΠΑ επισημαίνει το πρόβλημα ασφαλείας πτήσεων και κορεσμού της χωρητικότητας της περιοχής προσέγγισης και ζητά να εγκαταστήσει η ΥΠΑ ραντάρ προσέγγισης στην Ανδραβίδα προκειμένου να αποφευχθεί αεροπορικό ατύχημα και για να εκτελείται ασφαλώς και ταχέως η εναέρια κυκλοφορία των πολιτικών και των στρατιωτικών αεροσκαφών.
Η ΥΠΑ και το ΥΠΜΕ απαντούν εγγράφως από το 2004, 2006, 2008, 2010, 2011 κ.λπ. ότι το ραντάρ προσέγγισης για την Ανδραβίδα έρχεται, πλην όμως… παρέρχεται, διότι μέχρι τον Δεκέμβριο toy 2015 (όταν υπογράφηκε η σύμβαση παραχώρησης των Α/Δ στη Fraport) η ΥΠΑ δεν έχει εγκαταστήσει ραντάρ στην Ανδραβίδα, ούτε μέχρι σήμερα, μολονότι με συμβατική υποχρέωση το κόστος θα βαρύνει τη Fraport, η οποία πιέζει για την εγκατάστασή του, προκειμένου να αυξηθεί η χωρητικότητα της περιοχής προσέγγισης, με ταυτόχρονη αύξηση του δείκτη ασφαλείας πτήσεων, για να έχει αύξηση της κίνησης των πολιτικών αεροσκαφών και αύξηση εσόδων.
Υπενθυμίζεται ότι το Yakovlev συνετρίβη το 1997 και τον επόμενο χρόνο το ΥΠΜΕ και η ΥΠΑ εγκατέστησαν ραντάρ προσέγγισης στα πολιτικά Α/Δ Θεσσαλονίκης, Κέρκυρας και Ρόδου, δηλαδή σε έναν χρόνο. Ομως στα Α/Δ Ανδραβίδας και Χανίων από το 2004 μέχρι σήμερα, ήτοι 19 χρόνια, δεν έχει γίνει εγκατάσταση ραντάρ προσέγγισης.
Η μόνιμη διαφορά είναι ότι τα Α/Δ Θεσσαλονίκης Κέρκυρας και Ρόδου είναι πολιτικά και στελεχώνονται από πολίτες ελεγκτές της ΥΠΑ, ενώ τα αεροδρόμια Ανδραβίδας και Σούδας είναι στρατιωτικά και στελεχώνονται από στρατιωτικούς ελεγκτές. Ετσι υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων και συντεχνιακών προνομίων, τα οποία σε καμιά περίπτωση το σύστημα του κομματικού κράτους δεν πρόκειται να εκχωρήσει στους στρατιωτικούς ελεγκτές.
Και τούτο διότι οι εκάστοτε κυβερνήσεις διορίζουν στη διοίκηση της Πολιτικής Αεροπορίας άσχετους με το αντικείμενο της αεροπλοΐας (αποτυχόντες υποψηφίους βουλευτές, γυναικολόγους, οικονομολόγους, τρενολόγους, αεροπόρους του γλυκού νερού, που μπερδεύουν τον εναέριο χώρο της Γαλλίας με της Ελλάδας κ.λπ.), οι οποίοι δεν φροντίζουν να εγκατασταθεί ραντάρ στην Ανδραβίδα, με αποτέλεσμα η ασφάλεια των πτήσεων να είναι μονίμως στο κόκκινο.
Υπάρχουν δεκάδες διαθέσιμες αναφορές πιλότων πολιτικών αεροσκαφών, στις οποίες αναγράφονται εξόχως επικίνδυνα περιστατικά ασφαλείας πτήσεων – επιβατών και παραλίγο συγκρούσεις στη περιοχή προσέγγισης Ανδραβίδας, που οδηγούν την αεροπλοΐα στις ράγες των Τεμπών και μάλιστα σε τραγωδία χειρότερης μορφής. Και τούτο διότι το πολιτικό αεροσκάφος δεν είναι τρένο για να υπάρχει τραγωδία στα τρία μπροστινά βαγόνια – σε περίπτωση σύγκρουσης ή πτώσης η τραγωδία θα είναι ολοκληρωτική για όλους τους επιβάτες.
Αποφεύχθηκε σύγκρουση στο παρά πέντε
Ως τεκμήριο βγήκε στη δημοσιότητα, αναφορά πιλότου σουηδικής αεροπορίας που αναγραφεί ότι «μολονότι ήταν σε επαφή με το ραντάρ προσέγγισης Ανδραβίδας (σ.σ.: κάποιοι ενημερώνουν ψευδώς τους πιλότους ότι υπάρχει ραντάρ) στην περιοχή Ζακύνθου-Κεφαλληνίας χτύπησε το TCAS (σύστημα αποφυγής σύγκρουσης) του αεροσκάφους και με ελιγμό αποφυγής αποφεύχθηκε σύγκρουση με αεροσκάφος της LTU-253, το οποίο πέρασε 200 μέτρα αριστερά μας».
